Υγρού τύπου εκφύλιση της ωχράς κηλίδας

Υγρού τύπου εκφύλιση ωχράς κηλίδας

Υγρού τύπου εκφύλιση της ωχράς κηλίδας

Υγρού τύπου εκφύλιση της ωχράς κηλίδας. Με εμπειρία που πλησιάζει τα 20 χρόνια, έχει καθιερωθεί παγκόσμια πως η υγρού τύπου εκφύλιση της ωχράς αντιμετωπίζεται με θεραπεία αντιαγγειογενετικού παράγοντα. Πρόκειται για ένα αντίσωμα κατά του παράγοντα ο οποίος μέσα στον οφθαλμό δημιουργεί τα ανώμαλα αγγεία που αιμορραγούν και μετατρέπουν την πιο συνήθη ξηρού τύπου ωχρά κηλίδα σε υγρού τύπου. Μετά από την έγχυσή του ενδοφθάλμια, καταφέρνει, τις περισσότερες φορές και εάν γίνει έγκαιρα, να κάνει αυτά τα αγγεία προσωρινά να αποσυρθούν.

 

Με βάση την πολύ μεγάλη κλινική μας εμπειρία και το μεγάλο αριθμό ειδικών φαρμάκων που έχει χρησιμοποιηθεί, η μεθοδολογία στην Ευρώπη ορίζει τρεις εγχύσεις, από τη στιγμή που θα γίνει η πρώτη διάγνωση, εφόσον ο ασθενής έχει τουλάχιστον 1/10 όρασης. Πρέπει να πραγματοποιούνται κάθε μήνα, δηλαδή από τέσσερις έως πέντε εβδομάδες.  Αφότου ολοκληρωθεί αυτή η συστηματική θεραπεία των τριών μηνών, θα πρέπει να παρθεί μία πολύ δύσκολη, πράγματι, απόφαση.  Γιατί η λογική λέει ότι θα πρέπει –ειδικά εάν έχει ανακάμψει η όραση και έχουμε καταφέρει να υποχωρίσει το πρόβλημα της νεοαγγειακής αιμμοραγίας– να γίνει μία ¨συντήρηση¨, σύμφωνα και με τη διεθνή βιβλιογραφία και ό,τι εφαρμόζεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ανά δύο μήνες.

 

Το κυρίαρχο antiVEGF που χρησιμοποιούμε τώρα είναι το Eylea.  Πρόσφατα πήρε έγκριση στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το Beovu, το οποίο έχει την κρυφή «υπόσχεση» του να μπορεί η συντήρηση να γίνεται πιθανόν σε πιο αραιά χρονικά διαστήματα.  Αυτό περιμένουμε να το αποδειχθεί και στην πράξη.  Βέβαια, γνωρίζουμε ότι, είναι πάρα πολύ δύσκολη απόφαση για κάποιον ή κάποια που έχει ανακτήσει όραση μετά από εκχύσεις αντιαγγειογενετικού παράγοντα και έχει δημιουργήσει την ψευδή εντύπωση ότι έχει ¨θεραπευτεί¨ το πρόβλημα ενώ ουσιαστικά το πρόβλημα έχει απλώς σταθεροποιηθεί και κανείς δεν ξέρει, όσο γνώστης του αντικειμένου και να είναι, πότε  και αν θα ¨αποφασίσει¨ η φύση να το ¨επανενεργοποιήσει¨.

 

Το πρόβλημα είναι ότι εάν αυτό, παραδείγματος χάρη, επανενεργοποιηθεί μετά από έξι ή επτά μήνες, δεν είναι σίγουρο ότι ξεκινώντας πάλι μία νέα σειρά από τρεις εγχύσεις θα καταφέρουμε να φθάσουμε στο ίδιο αποτέλεσμα που φθάσαμε την πρώτη φορά.  Επίσης, η άλλη μεγάλη δυσκολία είναι για ασθενείς που έχουν «κολλήσει» στο 1/10 ή 2/10 όρασης, έχουν συνεχές υγρό και οίδημα, όπως το διαγνώσκουμε με τις τομογραφίες της ωχράς και μετά από κάποια χρόνια υπάρχει μία κόπωση του πόσες πια εγχύσεις θα κάνουν κ.λπ.

 

Εδώ η βιβλιογραφία ξεκάθαρα υποδεικνύει ότι, εάν συνεχίσουν να γίνονται οι θεραπείες, διατηρούμε πολύτιμη όραση, ακόμα και εάν ο άλλος οφθαλμός είναι υγιής, γιατί δεν έχουμε καμία εγγύηση ότι ο άλλος οφθαλμός θα ακολουθήσει και αυτός το ίδιο πρόβλημα.

 

Εδώ ένα παράδειγμα τυχαίας διάγνωσης (προσοχή! δεν υπήρχε αλλαγή στην όραση) υγρού τύπου αιμορραγίας και την δραστική υποχώρησή της μόλις σε 1 εβδομάδα μετά από επιτυχή έγχυση anti-VEGF.

 

Αποτελέσματα μέσα σε μία εβδομάδα μετά την έγχυση anti-VEGF

Σταθεροποίηση της υγρού τύπου εκφύλισης ωχράς κηλίδας

 

 

Δρ. Αναστάσιος Κανελλόπουλος, MD

Χειρουργός – Οφθαλμίατρος

Related posts

Μίλησε με έναν ειδικό
Μίλησε με έναν ειδικό
espa banner